Η κοινωνική εξέγερση που πυροδότησε η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου γέννησε την ανάγκη οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι να βρίσκονται, να οργανώνονται και να συζητούν έξω από τη διαμεσολάβηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των πολιτικών αντιπροσώπων. Αυτή η ανάγκη δημιούργησε ανοιχτές συνελεύσεις, τοπικού ή μη χαρακτήρα αρκετές από τις οποίες εξακολουθούν να δρουν. Μια τέτοια είναι και η Ανοιχτή Συνέλευση Αγώνα Άνω Πόλης. Δημιουργήθηκε από ανθρώπους που βρέθηκαν μέσα στα γεγονότα της εξέγερσης και σκοποί της είναι η διάδοση του πνεύματος της εξέγερσης, η έμπρακτη αλληλεγγύη σε όσους διώκονται από το κράτος για τη συμμετοχή τους στα γεγονότα του Δεκέμβρη, αλλά και η γενικότερη ανάγκη μας να μιλήσουμε για τις ζωές μας υπό το πρίσμα του ξεπεράσματος της καθημερινής μιζέριας που βιώνουμε είτε σαν εργαζόμενες/οι ή άνεργοι/ες, είτε σαν φοιτητές/τριες.
Οι μέχρι τώρα δράσεις μας περιλαμβάνουν αντιπληροφόρηση σχετικά με τα γεγονότα της εξέγερσης, ενημέρωση για τους συλληφθέντες και τους διωκόμενους, δυο πορείες στην Άνω Πόλη, καθώς και συγκέντρωση χρημάτων για τις εγγυήσεις των προφυλακισμένων διαδηλωτών και για την οικονομική υποστήριξη της Κ. Κούνεβα, αγωνίστριας που δέχτηκε δολοφονική επίθεση με βιτριόλι (από την εργοδοσία) επειδή διεκδικούσε τα αυτονόητα στο χώρο της εργασίας της. Συγκεκριμένα, η Κούνεβα ως γενική γραμματέας της Παναττικής Ένωσης Καθαριστών/στριών και Οικιακού Προσωπικού διεκδίκησε ολόκληρο το δώρο των Χριστουγέννων γι’ αυτήν και τις συναδέλφισσές της και κατήγγειλε τις παρανομίες στη μισθοδοσία. Και αυτό δεν ήταν η μόνη της αντιπαράθεση με τα αφεντικά. Πρόκειται για μια μάχιμη συνδικαλίστρια στο χώρο εργασίας της.
Η αναγκαιότητα της άμεσης επικοινωνίας που γέννησε η εξέγερση του Δεκέμβρη, έπρεπε φυσικά να στεγαστεί (ειδικά εν μέσω χειμώνα) και για αυτό το λόγο πραγματοποιήθηκαν οικειοποιήσεις δημόσιων κτηρίων. Θεωρητικά, μια εκκλησία, μια βιβλιοθήκη, μια σχολή ή ένα σχολικό συγκρότημα είναι χώροι δημόσιας συνεύρεσης. Στην πραγματικότητα όμως η δημόσια συνεύρεση και η δημόσια χρήση ενός χώρου, είναι ανεκτή μόνο κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις. Μόνο αν η χρήση ενός χώρου αποφέρει κέρδος, αν συνιστά χώρο εργασίας ή χώρο κατανάλωσης, αν αναπαράγει την κυρίαρχη κουλτούρα του τρίπτυχου πατρίς-θρησκεία-οικογένεια, αν εξυπηρετεί ατομικά συμφέροντα ή την αυτοπροβολή δημόσιων αρχόντων, αν παραμένει στο πλαίσιο της αστικής νομιμότητας και κανονικότητας, μόνο τότε επιτρέπεται. Αντίθετα στην περίπτωση μιας ανοιχτής συνέλευσης αγώνα όπως αυτή της Άνω Πόλης, των Συκεών ή της Καλαμαριάς η χρήση ενός δημόσιου χώρου είναι απαγορευμένη. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Πρωτοβουλίας Πολιτών Καλαμαριάς η οποία στεγάζεται σε ένα χώρο που από κέντρο νεότητας μετατράπηκε σε καφέ το οποίο ο δήμος νοικιάζει σε κάποιον ιδιώτη. Στις 4/1/09 η πρωτοβουλία αυτή αντιμετώπισε δυνάμεις των ματ και βαλτούς του δημάρχου που προσπάθησαν να παρεμποδίσουν τη διεξαγωγή της συνέλευσης της. Ή όπως στην δική μας περίπτωση: την πρώτη ανοιχτή συνέλευση την πραγματοποιήσαμε στον προαύλιο χώρο της δημοτικής βιβλιοθήκης Άνω Πόλης (πρώην κατάληψη Βίλα Βαρβάρα). Σε αυτή μας τη συνάντηση παραβρέθηκε και η πρόεδρος του Γ΄ Δημοτικού Διαμερίσματος, Αφροδίτη Κλειδαρά, η οποία θέλοντας να αποφύγει το ενδεχόμενο της οικειοποίησης του χώρου, υποσχέθηκε δημόσια (χωρίς να της ζητηθεί) ότι θα παραχωρήσει το χώρο για την επόμενη συνάντηση μας. Όπως ήταν αναμενόμενο την δεύτερη φορά που συναντηθήκαμε η πόρτα ήταν κλειστή με λουκέτο και έτσι αναγκαστικά συζητήσαμε στην πλατεία Κουλέ Καφέ. Η αναγκαιότητα ενός χώρου, μας οδήγησε και στην προσωρινή οικειοποίηση του προθαλάμου της εκκλησίας των Ταξιαρχών. Η πράξη αυτή παρουσιάστηκε από τα μήντια ως βίαιη κατάληψη δαιμονισμένων αναρχικών που βανδάλισαν τον «ιερό χώρο». Ωστόσο, μετά τον εξορκισμό μας από τον παπά της εκκλησίας, τα δαιμόνια μας εγκατέλειψαν.
Το πρόβλημα του χώρου το λύσαμε προσωρινά με μια διήμερη κατάληψη ενός άδειου χώρου, στο κτηρίου της δημοτικής βιβλιοθήκης της Άνω Πόλης. Εκεί στεγάσαμε τις συζητήσεις μας, ενημερώσαμε με κείμενα και αφίσες τους κατοίκους της Άνω Πόλης για τα γεγονότα του Δεκέμβρη και πραγματοποιήσαμε μια πορεία. Στη συνέχεια βρεθήκαμε ξανά χωρίς στέγη και έτσι αναγκαστήκαμε να «εξοριστούμε» στο Στέκι στην Ιατρική σχολή του ΑΠΘ. Δηλαδή, βρεθήκαμε και πάλι σε ένα χώρο που φοιτητές/τριες έχουν οικειοποιηθεί για να στεγάσουν εκεί τις δικές τους συνευρέσεις και δράσεις, μιας και ακόμα και στα πανεπιστήμια, υποτίθεται χώρο ελεύθερης διακίνησης ιδεών, δεν υπάρχουν δημόσιοι χώροι εκτός από αυτούς που οι ίδιοι οι φοιτητές/τριες καταλαμβάνουν.
Είναι για μας προφανές, ότι δεν υπάρχουν παραχωρήσεις «ευαίσθητων» φορέων γι’ αυτό και δεν παρακαλάμε δημοτικούς άρχοντες και πολιτικούς σωτήρες. Στην Άνω Πόλη αλλά και σε όλη την πόλη, δεν υπάρχουν ανοιχτοί δημόσιοι χώροι για την συγκέντρωση όσων θέλουν να συζητήσουν και να οργανώσουν δράσεις για όσα πραγματικά μας αφορούν, μας ανησυχούν και μας καταπιέζουν. Γι’ αυτό το λόγο, οικειοποιούμαστε ό,τι έχουμε ανάγκη.
• Να οικειοποιηθούμε ό,τι χρειαζόμαστε
• Δεν παρακαλάμε κανέναν «υπεύθυνο» παίρνουμε τις ανάγκες μας στα χέρια μας
• Οι δημόσιοι χώροι γίνονται πραγματικά δημόσιοι μόνο όταν εναντιώνονται
στις υπάρχουσες σχέσεις αλλοτρίωσης και εκμετάλλευσης.