Λίγα λόγια για το νομοσχέδιο για τα “ζώα συντροφιάς”: Μια κριτική για την οριοθέτηση της ύπαρξης, της συνύπαρξης & η εφιαλτική λογική της εξάλειψης της ζωής.

Αδέσποτα Ζώα σε Αδέσποτες Πλατείες

Μέσα στους τελευταίους μήνες, άρχισε να σχηματοποιείται και έχει πάρει το δρόμο της ψήφισης, ένα καινούριο νομοσχέδιο με τίτλο «νέο πλαίσιο για την ευζωία των ζώων συντροφιάς, πρόγραμμα ΑΡΓΟΣ». Με τον όρο «ζώα συντροφιάς», η βασική αναφορά είναι στα γατιά και τα σκυλιά. Τα 2 είδη ζώων δηλαδή με τα οποία έχουν αναπτυχθεί οι πιο συνήθεις, βαθιές και διαχρονικές συντροφικές σχέσεις με τον άνθρωπο, βασικοί κάτοικοι των τόπων που ζούμε σε μία συνέχεια χρόνων, και με παράλληλες πορείες εξέλιξης μας μαζί τους. Και με τον όρο «ευζωία», εννοείται η υποβάθμιση τους ως αυτόνομες υπάρξεις, οι ευθανασίες, οι εγκλεισμοί, ο έλεγχος των πληθυσμών και της καθημερινότητάς τους, η οριοθέτηση της φροντίδας που μπορεί να έχουν. Άσχετα με οποιαδήποτε υπόνοια για απαραίτητο πλαίσιο που θα τους προσφέρει υγεία, ασφάλεια και ελευθερία, το νομοσχέδιο, με αρκετή σαφήνεια, ορίζει τους τρόπους συν-ύπαρξής τους, την αποδεκτή αλληλεπίδρασή μας μαζί τους, τη συρρίκνωση της αδέσποτης ζωής και θέτει ξεκάθαρα ζήτημα χρησιμότητάς τους.

Πρώτα και τρομακτικότερα, βασικός άξονας του νομοσχεδίου είναι η υποχρεωτική στείρωση των «ζώων συντροφιάς», είτε αυτά είναι αδέσποτα είτε όχι. Για τα αδέσποτα σκυλιά και γατιά, η στείρωσή τους προγραμματίζεται σε άμεσο χρόνο, όπως και η ασυλοποίηση αρκετών. Ακόμα, -μάλλον βολικά- θολό είναι το πόσο εύκολα θα αποφασίζεται (το από ποιες είναι ξεκάθαρο) η ευθανασία για κάποιο ζώο, και για ποιους λόγους. Κάτι που σημαίνει πως το πλάνο είναι να εκλείψει σε λίγα χρόνια η αδέσποτη ζωή, μία λογική γενοκτονίας δηλαδή. Μία προσπάθεια ελέγχου πληθυσμών, που πιο απόλυτη θα ήταν μόνο με ένα άμεσο κυνήγι θανάτου όλων των αδεσπότων. Απολύτως καμία σχέση με κουβέντα περί μέριμνας υπέρ τους δηλαδή. Ας μην ξεχνάμε ότι πέραν των άλλων, πρόκειται για κάποιους γείτονές μας, και πλέον αποφασίζεται ότι θα πρέπει ή να εγκαταλείψουν τη γειτονιά τους πλήρως ή να αλλάξει όλη τους η καθημερινότητα. Ήδη μάλιστα η πόλη, και ειδικά το κέντρο της, είναι εχθρική γι’ αυτά.

Παρόλαυτα, είτε είναι μέσα είτε είναι έξω από τις πόλεις, δυστυχώς μοιάζει να είναι αρκετά διαδεδομένη η άποψη πως η αδέσποτη ζωή είναι μια καημένη ζωή, που δεν είχε την τύχη να είναι δεσποζόμενη, μία ζωή που είναι κρίμα και ανάξια να βιωθεί, η ύπαρξη της είναι ταυτόσιμη με τη δυστυχία. Η αλήτικη ζωή,  αυτή η ημι-ελεύθερη κατάσταση, η συνύπαρξη σε αγέλες και ομαδοποιήσεις, είναι καταστάσεις ανεπίτρεπτες, και θα πρέπει να αντιμετωπιστούν και να σταματήσουν. Ε λοιπόν, αν κάπου υπάρχει πρόβλημα, τότε αυτό είναι στην έλειψη τρυφερότητας, στην ανάγκη για πανταχού τάξη και καθαρότητα, στις περιφράξεις, στην εντατικοποίηση των ζωών μας, σε αυτή τη μαζική κοινωνία. Τα αδέσποτα μια χαρά συνδέονται και συνυπάρχουν μεταξύ τους χωρίς να χρειάζονται να τους πούμε πως να το κάνουν, μια χαρά αναπτύσσουμε και εμείς σχέσεις μαζί τους χωρίς να χρειάζεται να τα ανθρωποποιήσουμε για να τα δεχτούμε δίπλα μας και να τα καταλάβουμε, διεκδικούν την επιβίωσή τους και το χάδι, δένονται με το περιβάλλον που ζουν. Δικαιούνται την αλληλεπίδραση σαν άτομα και όχι σαν πληθυσμοί.

Τρομάζουμε στην ιδέα ότι δε θα υπάρχουν αδέσποτα στις πόλεις μας, όπως κάτι αόριστο μας ξενίζει όταν επισκεφτόμαστε ευρωπαϊκές μητροπόλεις χωρίς να συναντάμε ίχνος από τετράποδα αλάνια χωρίς κολάρα. Οι υποχρεωτικές στειρώσεις είναι ένα ακόμα λιθαράκι στους σχεδιασμούς των αποστειρωμένων πόλεων που ονειρεύονται κάθε λογής αφεντικά. Η τάση για όλο και μεγαλύτερο έλεγχο της φύσης, των πόλεων, των σωμάτων μας, του ελεύθερου μας χρόνου, όλου μας του 24ώρου, πάντα με βάση την εξέταση χρησιμότητας και την αποδοτικότερη χρήση του ο,τιδήποτε, επιβάλλει και αυτό. Όπως και εμείς σιγά-σιγά δε χωράμε στις νεο-εξευγενισμένες γειτονιές μας, οι ουσιοεξαρτημένες δεν ταιριάζουν στο φως της μέρας, οι μετανάστριες δεν ανήκουν πουθενά αλλού πέρα από τα απομακρυσμένα γκέτο και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως τα παγκάκια δεν είναι για τις αστέγες και στους δρόμους δεν υπάρχει χώρος για τις μη-κυρίαρχες σεξουλικότητες. Η πόλη, μας αποστρέφεται και μας αποστρέφει όλες αργά ή γρήγορα.

Και για τα δεσποζόμενα σκυλιά και γατιά, η στείρωση, εξίσου υποχρεωτική, μπορεί στην καλύτερη να περιμένει μέχρι τους πρώτους μήνες και με μία γέννα (και αυτή υπό προϋποθέσεις) το πολύ ως τότε. Οι μόνες εξαιρέσεις θα είναι τα ζώα καθαρόαιμης ράτσας που ζουν με κάποιον αναγνωρισμένο εκτροφέα. Αυτή είναι και η απάντηση στο ερώτημα από που θα προέρχονται τα μελλοντικά κουτάβια, αφού όλα θα στειρωθούν, και τι ράτσας θα είναι. Θα αποτελούν σε τεράστιο βαθμό εμπόρευμα, θα πουλιούνται και θα αγοράζονται. Και ως γνωστόν, όσο πιο εμπόρευμα είναι κάτι, τόσο θα καλείται να διαμορφώνεται ώστε να ταιριάζει στις ανάγκες της αγοράς και τις προτιμήσεις του καταναλωτή.

Για τα σκυλιά ακόμα, τα προβλεπόμενα είναι: βόλτα αποκλειστικά με λουρί, τσιπάκι απαραιτήτως, να προλάβει να κατουρήσει, να χέσει και να μυρίσει κώλους πεταχτά και πίσω σπίτι ή στη φοβερά περιφραγμένη αυλή, απαγορεύοντας να πατήσει παράλληλα ιδιωτικό χώρο. Το μόνο που θα σπάει αυτή τη νόμιμη ρουτίνα “χαράς”, θα είναι τα επίσημα πάρκα σκύλων. Αν αναλογιστούμε τα ελάχιστα υπαρκτά παραδείγματα και γενικά τη μέριμνα για πάρκα, πλατείες και ελεύθερους χώρους, μας έρχονται εικόνες από σκάμματα τρία επί τρία. Τα πάρκα σκύλων θα είναι οι μόνοι χώροι όπου το λουρί δε θα είναι απαραίτητο, και αδέσποτα ούτε για αστείο. Και τα γατιά, τσιπαρισμένα επίσης, απαγορεύεται να μπαινοβγαίνουν σε αυλές, ή μόνο μέσα ή μόνο έξω. Η μοίρα του δεσποζόμενου είναι η αλυσίδα. Επίσης, για τα γατιά απαγορεύεται η ζωή σε κλουβί, εκτός και αν πρόκειται για αυτά που θα μαντρώνονται μαζί με σκυλιά μέσα σε «ειδικούς χώρους φιλοξενείας».

Για όποιο ζώο είναι έξω, η φροντίδα του προβλέπεται να έχει όρια, που εξαντλούνται σε τροφή και νερό, εκτός και αν πρόκειται για τους αποκλειστικά υπεύθυνους φορείς της. Δε θα υπάρχει πιθανότητα για σταθερή περίθαλψη ή καθεστώς ημι-συμβίωσης με κάποιο αδέσποτο, αν δε μεσολαβήσει ενδιάμεσα η τάδε υπεύθυνη υπηρεσία. Κάθε ζώο πλέον, οφείλει να έχει ιδιοκτήτη, είτε είναι αδέσποτο είτε όχι κάπου θα καταχωρείται, αυτό θα γίνεται μέσω του «εθνικού μητρώου ζώων συντροφιάς». Με απαραίτητο και κύριο αναγνωριστικό τον αριθμό από το τσιπάκι, θα αναγράφονται, πέραν των βασικών στοιχείων (χρώμα, φύλο, κλπ), και η κατάσταση στείρωσης, ο χαρακτηρισμός ως γεννήτορα άλλων ζώων και οι γέννες του, η προέλευσή του (αγορά, καταφύγιο, προηγούμενος ιδιοκτήτης, κλπ) και η κατάσταση της υγείας του. Ειδικά για το τελευταίο, με βάση την υγεία του ζώου, κάποια ασθένεια ή κάποια αποτελέσματα εξετάσεων, θα μπορεί να επιβληθεί από άμεση στείρωση μέχρι ευθανασία, με το ζήτημα να είναι πως ασθένειες που χαρακτηρίζονται ως άκρως επικίνδυνες και μη-διαχειρίσιμες, δεν είναι. Επιπλέον, στο μητρώο καταγραφής, θα υπάρχουν και τα στοιχεία του ιδιοκτήτη, ο οποίος είναι και ο μοναδικός που μπορεί να ζητήσει περίθαλψη του ζώου από κτηνίατρο μέσω της απαραίτητης ταυτοποίησής του. Για τους κτηνιάτρους από την άλλη, στους οποίους παραχωρούνται και μεγάλες δυνατότητες ελέγχου, η περίθαλψη ζώου χωρίς τσιπάκι, χωρίς ιδιοκτήτη, χωρίς τήρηση γενικά των προβλεπόμενων θα σημαίνει παράβαση. Έτσι, κάτι που πλην εξαιρέσεων δε συνέβαινε ούτως ή άλλως, δε νοείται πλέον και με τη βούλα, δηλαδή η συλλογική/κοινοτική φροντίδα ενός ζώου. Μία συνθήκη που εξαπλώνεται από τον ορισμό ενός τύπου ανθρώπινων σχέσεων με τη δημιουργία και συντήρηση της πυρηνικής οικογένειας –ένας πατέρας και μία μητέρα για κάθε παιδί, τώρα και στον έλεγχο των σχέσεών μας με τις τετράποδες φίλες μας. Για όσες από εμάς, τα ζώα αποτελούν μέλη των κοινοτήτων μας, που ζούμε μαζί και αντιλαμβανόμαστε τις ανάγκες τους ως ανάγκες της κοινότητας, αυτό το νομοσχέδιο έρχεται να επιβάλλει έναν τύπο μονογονεϊκότητας ανάμεσα σε ζώα και ανθρώπους. Μία αποκλειστική σχέση, «κανονική», όλες οι υπόλοιπες απαξιώνονται και πετιούνται. Ένα ζώο, ένας ιδιοκτήτης, ένα συμβόλαιο.

Για να συμβούν όλα αυτά στην πράξη, και όσα πολλά άλλα περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο, πρέπει να υπάρχει προνόηση. Ο μπόγιας λοιπόν θα επιστρέψει -και θα τον μισούμε όπως πάντα, και μαζί με μπάτσους και δημοτόμπατσους, θα ελέγχουν αν φοριέται λουρί και τσιπάκι και αν έχουν κοπεί τα αρχίδια από τα αρσενικά και αφαιρεθεί οι μήτρες από τα θηλυκά, αν έχουν κόψιμο τα αυτιά των γατιών. Ο δήμος θα έχει νούμερα στειρώσεων και μαντρωμάτων να πιάσει και θα παρουσιάζει την επίτευξη των στόχων στο τέλος κάθε χρόνου. Η ρουφιανιά θα δίνει και θα παίρνει. Και μερίδα φιλόζωων θα είναι πιο ήρεμη, αφού θα δοθεί ένα τέλος στην κατάντια της αδέσποτης ζωής, το πρόβλημα θα έχει λυθεί. Αυτά δεν είναι μόνο λογικές υποθέσεις, αλλά προβλέπονται από τα διάφορα επιμέρους άρθρα. Οι ποινές που επισύρει η όποια μη συμμόρφωση, θα περιλαμβάνουν και αντίστοιχη προστιμοποίηση, μία πολυδοκιμασμένη και πετυχημένη στρατηγική, ειδικά τώρα τελευταία για όλο και μεγαλύτερα κομμάτια του πληθυσμού.

Ενάντια λοιπόν στις υποχρεωτικές στειρώσεις, ενάντια στις ανεξέλεγκτες στειρώσεις όποιου αδέσποτου βρίσκεται μπροστά μας, μένει να δούμε ποια δύναται να αποφασίζει για αυτά. Παράλληλα, η συνύπαρξή μας με τα ζώα στις πόλεις και στα σπίτια δημιουργεί ιδιαίτερες συνθήκες για τα ίδια, που καλό είναι να μην τις παραβλέπουμε και να τις λαμβάνουμε υπόψην. Η όποια ευθύνη, για τη στείρωση και όχι μόνο, κατά βάση αναλογεί στον κόσμο που έχει σχέση φροντίδας με το κάθε ζώο, όχι λόγω του κόστους που επωμίζεται (καιρός θα ήταν να αρχίσει να διεκδικείται και η δωρεάν περίθαλψη), αλλά κυρίως λόγω της μεταξύ τους συντροφικότητας και κώδικα επικοινωνίας. Και μετά θα πρέπει να μπορεί το σκεπτικό κάθε απόφασης να είναι προς εξήγηση και κρίση. Κάθε περίπτωση είναι μοναδική, ας μπορούμε να αφουγκραζόμαστε κάθε μία ξεχωριστά.  Γιατί έχει διαφορά αν για παράδειγμα ο σκοπός είναι ο έλεγχος συμπεριφοράς του ζώου ή αν υπάρχουν επιπλοκές υγείας, αν ο σκοπός εκκινείται από την ευκολία, την αμάθεια και τη λύπηση ή αν απασχολεί ότι τα πιθανά νεογέννητα δε θα βρουν εύκολα σωστή φροντίδα, αν το ζώο θεωρείται αξεσουάρ ή σύντροφος με ανάγκες φροντίδας.

Το νομοσχέδιο βέβαια, περιλαμβάνει και αυστηρό πλαίσιο ποινικοποίησης κακοποιητικών και βασανιστικών πράξεων, κάτι που παρουσιάζεται ως νίκη και πολύ κεντρικά για τα δικαιώματα των ζώων, ως αποτέλεσμα μίας διαχρονικής πίεσης λόγω έλλειψης από το νομικό οπλοστάσιο. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δε θα μπορούσε να παραμεριστεί έστω και ένα από τα υπόλοιπα απαίσιά του κομμάτια. Ακόμα και στο βαθμό που επιχειρείται να θεσμοθετηθούν τα πάντα με έναν και μοναδικό τρόπο, η ζωή γελά εμφατικά.

Να φροντίσουμε οι τετράποδες φίλες μας να συνεχίσουν να είναι κομμάτια των κοινοτήτων μας, των πόλεων και των γειτονιών μας, των τόπων που ζουν. Μακριά από λογικές ανάθεσης και απομόνωσης, ας μην επιτρέψουμε στους νόμους και την κυριαρχία να ορίζουν πως θα πρέπει να υπάρχει η ζωή, ας υπάρχει όσο περισσότερο γίνεται με τους δικούς της όρους, ελεύθερα, όχι το ανάποδο. Να βρούμε τους τρόπους να μπλοκάρουμε το συνεχή έλεγχο και υποβάθμιση των ζωών μας.

 

 

Το κείμενο σε pdf:  εδώ.